Απο τον Δημήτρη Κατριβέση, chef
«Στη γαστρονομία υπάρχει ένας κοινός κώδικας που δεν είναι άλλος από την ίδια την γεύση, την ποιότητα των πρώτων υλών και το σεβασμό στην παράδοση και στον πολιτισμό που εκπροσωπούν τα υλικά και οι συνταγές. Η Ελλάδα συμβάλλει σε αυτόν τον κώδικα μέσω των Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), που αποτυπώνουν την αυθεντικότητα της γης μας και τα μοναδικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής, όπως η φέτα, το λάδι Καλαμάτας και το μαστιχέλαιο Χίου. Τα προϊόντα αυτά αποτελούν γαστρονομικούς πρεσβευτές, συνδέοντας την κουζίνα μας με τον διεθνή χάρτη, ενώ ταυτόχρονα διατηρούν τις τοπικές γεύσεις και τα στοιχεία της κληρονομιάς μας. Η στροφή προς τις διεθνείς κουζίνες δεν αποκλείει τη χρήση ελληνικών πρώτων υλών, αλλά μάλλον δημιουργεί μια ευκαιρία για ένα γαστρονομικό “πάντρεμα”. Τα ελληνικά προϊόντα, όπως το ταχίνι, το μέλι ή το κατίκι, εντάσσονται εύκολα σε fusion συνταγές ή ακόμα και σε Nikkei κουζίνες, αναδεικνύοντας την παγκόσμια διάσταση των υλικών μας. Οι Έλληνες αγαπούν τις νέες γεύσεις, αλλά ταυτόχρονα επιστρέφουν στις παραδοσιακές πρώτες ύλες, ανακαλύπτοντας πως η σύγχρονη κουζίνα μπορεί να είναι διεθνής, αλλά και βαθιά ελληνική. Στο εξωτερικό, η διαχείριση των ντόπιων πρώτων υλών είναι αυστηρά προσανατολισμένη στην ποιότητα και τον σεβασμό στην εποχικότητα. Στην Ελλάδα, ωστόσο, οι πρώτες ύλες είναι πιο άμεσα διαθέσιμες, με περισσότερη φρεσκάδα και έντονη γεύση, χάρη στο κλίμα και τις μεθόδους καλλιέργειας. Η γαστρονομική μας παράδοση είναι βαθιά συνδεδεμένη με την τοπικότητα και τη φρεσκάδα των προϊόντων μας. Συχνά παρατηρώ μια ειλικρινή σχέση μεταξύ παραγωγού και σεφ στην Ελλάδα, που εμπλουτίζει την κουζίνα και τη γαστρονομική ταυτότητα του τόπου. Για να γίνουν τα ελληνικά προϊόντα ακόμα πιο δημοφιλή στο εξωτερικό, απαιτείται εκπαίδευση γύρω από τις μοναδικές τους ιδιότητες και αυθεντικότητα. Η παγκόσμια προώθηση με έμφαση στη γεύση και την ιστορία πίσω από τα προϊόντα μπορεί να ενισχύσει το ενδιαφέρον. Αγαπημένα ΠΟΠ προϊόντα για μένα είναι η φέτα, λόγω της ευελιξίας της σε πολλές συνταγές, και το λάδι Καλαμάτας, που προσθέτει βαθιά γεύση σε κάθε πιάτο. Κάθε τέτοιο προϊόν φέρνει μαζί του το χαρακτήρα της ελληνικής γης και συνδυάζεται εύκολα με σύγχρονες τεχνικές. Η Ελλάδα κατέχει ιδιαίτερη θέση στη διεθνή γαστρονομία, όχι μόνο λόγω των παραδοσιακών συνταγών και γεύσεων, αλλά κυρίως χάρη στην πλούσια ποικιλία προϊόντων και την καινοτομία των σύγχρονων σεφ. Πέρα από την Αθήνα και τις Κυκλάδες, περιοχές όπως η Κρήτη, η Ήπειρος και η Μακεδονία προσφέρουν εξαιρετικές γεύσεις και προϊόντα. Οι σύγχρονοι Έλληνες σεφ προβάλλουν με επιτυχία την κλασική κουζίνα αλλά και το νέο ελληνικό γαστρονομικό κύμα, το οποίο βασίζεται στις τοπικές πρώτες ύλες και συνδυάζει τον σεβασμό στην παράδοση με τη δημιουργικότητα».
Οι θέσεις που διατυπώνονται στο παρόν άρθρο αποτελούν προσωπικές απόψεις του συγγραφέα και δεν προωθούν θέσεις ή απόψεις του ΥΠΑΑΤ.