Σουλτάνα-Μαρία Βαλαμώτη

Η αμυγδαλιά αποτελεί φυτό της αυτοφυούς βλάστησης της Ελλάδας εδώ και χιλιετίες. Είναι από τα πρώτα καρποφόρα δέντρα που ανθίζουν και σηματοδοτούν τον ερχομό της άνοιξης. Αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα της αμυγδαλιάς έχουν βρεθεί σε αρχαιολογικές θέσεις της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού όπως στο Φράγχθι στην Αργολίδα, στην Κνωσό και τη Χρυσή στην Κρήτη. Πρόκειται συνήθως για απανθρακωμένα κελύφη του καρπού της αμυγδαλιάς. Είναι πιθανό οι προϊστορικοί κάτοικοι της Ελλάδας να συνέλεγαν τον καρπό της αμυγδαλιάς αν και δεν είμαστε σε θέση να διαπιστώσουμε αν επρόκειτο για πικραμύγδαλα ή για καρπούς από καλλιεργημένες αμυγδαλιές. Σύμφωνα με τον Θεόφραστο στο έργο του Περί φυτών αιτιών (4ος-3ος αιώνας π.Χ.) η αμυγδαλιά ζει πολλά χρόνια, μάλιστα τα γηραιότερα δέντρα είναι τα πιο καρποφόρα. Ο Θεόφραστος στο ίδιο έργο παραθέτει την πληροφορία ότι η αμυγδαλιά ευδοκιμεί και σε άγονα εδάφη, ωστόσο επισημαίνει ότι η παραγωγή αμυγδάλων είναι πλούσια και ποιοτική όταν το έδαφος είναι γόνιμο. Σε απόσπασμα μάλιστα του Αριστοτέλη (4ος αιώνας π.Χ.) διαβάζουμε ότι με τη λίπανση της αμυγδαλιάς με κοπριά, ιδίως αυτή του χοίρου, κατά το μήνα Μάρτιο, τα αμύγδαλα γίνονταν μεγαλύτερα, γλυκύτερα και πιο τρυφερά.

Εικόνα 1. Αμύγδαλα με το κέλυφός τους και το περίβλημά τους. Μικρή Μαντίνεια Μεσσηνίας, Αύγουστος 2016. Φωτογραφία Σ.Μ.Βαλαμώτη

Αναφορές στην αμυγδαλιά και τα αμύγδαλα συναντάμε στα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Αν και οι αναφορές αυτές δεν είναι πολυάριθμες, επιτρέπουν να διαπιστώσουμε κάποιες από τις χρήσεις τους στην αρχαία διατροφή. Τα αμύγδαλα περιλαμβάνονται σε καταλόγους τροφίμων που συναντάμε στην αρχαία κωμωδία, όπως για παράδειγμα σε ένα απόσπασμα του Φερεκράτη (5ος αιώνας π.Χ.) και του Άλεξι (4ος αιώνας π.Χ.) επομένως ήταν ένα συνηθισμένο διατροφικό είδος στην αρχαιότητα. Σύμφωνα με δύο αποσπάσματα των κωμικών Εύπολι και Φρύνιχου (5ος αιώνας π.Χ.) φαίνεται ότι ξακουστά ήταν τα αμύγδαλα της Νάξου. Γίνονταν ωστόσο και εισαγωγές αμυγδάλων από άλλες περιοχές όπως διαπιστώνουμε σε απόσπασμα του κωμικού ποιητή Έρμιππου (5ος αιώνας π.Χ.), που αναφέρεται στην εισαγωγή αμυγδάλων από την Παφλαγονία, περιοχή που βρισκόταν στη Μικρά Ασία, στις νότιες ακτές του Εύξεινου Πόντου και στην ενδοχώρα. Συχνή φαίνεται να είναι η κατανάλωση των αμυγδάλων μαζί με μέλι, ως συνοδευτικά της οινοποσίας, όπως για παράδειγμα διαπιστώνει κανείς σε ένα απόσπασμα του κωμικού του 4ου αιώνα π.Χ. Αντιφάνη. Ο μηχανικός του 3ου-2ου αιώνα π.Χ. Φίλων, στο έργο του Πολιορκητικά, παραθέτει μία συνταγή για μία δυναμωτική παρασκευή αποτελούμενη μεταξύ άλλων συστατικών από μέλι, σουσάμι και αμύγδαλα, που μια μπουκιά της μπορούσε να δώσει ικανοποιητική τροφή για τα στρατεύματα και να λειτουργήσει αποτελεσματικά σε περίοδο έλλειψης τροφίμων, θα λέγαμε κάτι σαν τις σημερινές ενεργειακές μπάρες.

Εικόνα 2. Γλυκίσματα σε διάφορους συνδυασμούς αμυγδάλων, σουσαμιού και μελιού αγορασμένα από την Καλαμάτα, παρασκευασμένα στη Μεσσηνία, Αύγουστος 2021. Φωτογραφία Σ.Μ.Βαλαμώτη

Τα αμύγδαλα, όπως στην αρχαιότητα, αποτελούν και σήμερα ένα συστατικό γλυκισμάτων που συναντά κανείς σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, είτε αλεσμένα σε γλυκίσματα με τη μορφή κέικ, είτε ως συστατικό σε γλυκά με φύλλο και σιρόπι, είτε στα περίφημα αμυγδαλωτά που συναντά κανείς σε νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου αλλά και σε περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, συνήθως παραθαλάσσιες.  Ένα ποτό από αλεσμένα αμύγδαλα, ζάχαρη και νερό, η σουμάδα, απαντάται σε διάφορα μέρη της νησιωτικής Ελλάδας αλλά και της Μεσογείου. Ο συνδυασμός αμυγδάλων με μέλι που αναφέρεται στα αρχαία κείμενα εξακολουθεί να παρασκευάζεται και να διατίθεται σε πολλά καταστήματα τοπικών προϊόντων αλλά και σούπερ μάρκετ, με τη μορφή μπάρας, όπως το παστέλι. Αυτά τα γλυκίσματα στα νησιά του Ιονίου είναι γνωστά με τη μορφή ολόκληρων αμυγδάλων με επικάλυψη συνήθως ζάχαρης, γνωστές με το ιταλικό τους όνομα ως μάντολες.