Σουλτάνα-Μαρία Βαλαμώτη
Τα όσπρια, βασική πηγή πρωτεΐνης για τις προϊστορικές κοινωνίες της Ελλάδας, όπως και γι αυτές των ιστορικών χρόνων, καλλιεργούνταν σε μεγάλη ποικιλία ειδών όπως φαίνεται τόσο στα κατάλοιπα των σπόρων των οσπρίων που βρέθηκαν καμένα σε οικισμούς του παρελθόντος όσο και στα αρχαιοελληνικά κείμενα. Κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, τα όσπρια απουσιάζουν από τις πινακίδες της Γραμμικής Β, πιθανότατα γιατί η κεντρική εξουσία των μυκηναϊκών ανακτόρων ενδιαφερόταν μόνο για πολύ συγκεκριμένες καλλιέργειες όπως αυτές των δημητριακών, του λιναριού και οπωροφόρων δέντρων όπως οι συκιές, τα αμπέλια και οι ελιές. Ωστόσο και τότε οι άνθρωποι καλλιεργούσαν μια ποικιλία οσπρίων όπως δείχνουν τα απανθρακωμένα κατάλοιπα των οσπρίων που έχουν βρεθεί για παράδειγμα στην Κνωσό. Ίσως η σύνδεση των οσπρίων με τα καθημερινά γεύματα των απλών ανθρώπων που βρίσκουμε στα αρχαία ελληνικά κείμενα να έλκει την καταγωγή της στην οργάνωση της αγροτικής παραγωγής και της οικονομίας των μυκηναϊκών ανακτόρων και στις αντιλήψεις τις εποχής για το τι συνιστούσε σημαντικό αγροτικό προϊόν.
Ο συνηθέστερος τρόπος να καταναλώνονται τα όσπρια ήταν είτε με τη μορφή σούπας είτε με τη μορφή πηχτού χυλού όπως μαρτυρούν τα αρχαία κείμενα αν και πιο σπάνια συναντάμε αναφορές στην άλεση των οσπρίων και στη χρήση τους για την προετοιμασία ψωμιού ή στο καβούρδισμα των σπόρων για να φαγωθούν ως σνακ, τα τραγήματα των αρχαίων Ελλήνων. Μερικές φορές μάλιστα οι σπόροι τρώγονταν τρυφεροί και γλυκείς, πριν ωριμάσουν, πάλι ως συνοδευτικά της κατανάλωσης κρασιού, ως τραγήματα δηλαδή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς τον τρόπο κατανάλωσης των οσπρίων έχει μία αναφορά του Θεόφραστου που έζησε μεταξύ του 4ου και του 3ου αιώνα π.Χ., στο έργο του Περί φυτών αιτίαι. Στο βιβλίο αυτό διαβάζουμε ότι οι τρυφεροί βλαστοί του ώχρου, ενός οσπρίου που κατά πάσα πιθανότητα αντιστοιχεί στον σημερινό άφκο της Λήμνου, το είδος Lathyrus ochrus, καταναλώνονταν ως φαγητό. Αιώνες μετά την εποχή του Θεόφραστου συναντά κανείς αυτήν την αρχαία διατροφική πρακτική στο νησί της Κρήτης όπου το λαθούρι αυτό, ο Lathyrus ochrus, σπέρνεται στους κήπους για να φαγωθεί σαν σαλάτα, με τους τρυφερούς βλαστούς να σερβίρονται στο τραπέζι πασπαλισμένοι με χοντρό αλάτι και με ένα ποτήρι ρακί. Το έδεσμα αυτό σήμερα είναι γνωστό ως καμπλιές ή παπούλες. Άραγε η λέξη καμπλιές της κρητικής συνταγής απηχεί την αρχαία λέξη ‘καυλός’, τον αρχαίο δηλαδή όρο για τα τρυφερά βλαστάρια; Τόσο αγαπητό πιάτο είναι αυτό για τους Κρητικούς που στο πρόσφατο παρελθόν που η καλλιέργεια του άφκου (Lathyrus ochrus) γινόταν σε πολύ μεγάλη έκταση στη Λήμνο, πραγματοποιούνταν εξαγωγή του σπόρου αυτούμε τα καράβια, από τη Λήμνο στην Κρήτη, ώστε οι Κρητικοί να μπορούν να τον σπείρουν για να φάνε το λαθούρι αυτό ως σαλάτα: ένα απλό πιάτο, εποχικό, με παράδοση αιώνων και ρίζες στην αρχαιότητα, αν όχι πιο παλιά.