Η γεωργική συμβουλευτική θεωρείται από πολλούς ως το βασικότερο μέτρο εκσυγχρονισμού της ελληνικής γεωργίας, καθώς συνδέεται με την υποστήριξη, την ενημέρωση, την εκπαίδευση και την καθοδήγηση των αγροτών και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και του αγροτικού τομέα ευρύτερα.
Ο ρόλος των γεωργικών συμβούλων σήμερα, σύμφωνα και με τις επιταγές της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), δεν αφορά απλώς την επίσκεψη στο χωράφι αλλά συνδέεται, πλέον, με την καινοτομία και την ανταλλαγή γνώσης. Σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημιουργία συστημάτων γνώσης και καινοτομίας (AKIS) οι γεωργικοί σύμβουλοι μπορούν να λειτουργήσουν ως διαμεσολαβητές καινοτομίας. Να ανακαλύψουν, δηλαδή, καινοτόμες ιδέες στηριζόμενοι στις ανάγκες των παραγωγών συνδέοντας τους ερευνητικούς φορείς και τους φορείς καινοτομίας με τον αγρότη, αλλά και τους ίδιους τους αγρότες μεταξύ τους για την ανταλλαγή ιδεών. Άλλωστε, ένας από τους εγκάρσιους στόχους της ΚΑΠ είναι η προώθηση της καινοτομίας μέσω συστημάτων γνώσης και γεωργικών συμβουλών με στόχο την ενίσχυση της μεταφοράς της γνώσης και των δεσμών μεταξύ έρευνας και πρακτικής. Επίσης, στοχεύει στην ενίσχυση των συμβουλευτικών υπηρεσιών των αγροτών και την προώθηση της διασύνδεσης τους με τη γνώση και την καινοτομία καθώς και την υποστήριξη της ψηφιακής μετάβασης της γεωργίας.
Για να ανταπεξέλθουν στον ρόλο αυτό οι γεωργικοί σύμβουλοι χρειάζεται να:
α. Είναι εξωστρεφείς και ενημερωμένοι στο πεδίο εξειδίκευσής τους.
β. Έχουν θεωρητική/τεχνική γνώση και εμπειρία από το πεδίο.
γ. Είναι «ενεργοί ακροατές» και όχι μόνο ικανοί στη μεταφορά της γνώσης, αλλά και αποτελεσματικοί στην αμφίδρομη επικοινωνία τους με τους αγρότες.