Σουλτάνα Μαρία Βαλαμώτη
Η αμπελοκαλλιέργεια και η οινοποίηση είναι μία υπόθεση με παράδοση χιλιετιών στην Ελλάδα. Το πιο παλιό κρασί της Ευρώπης γεννήθηκε στη βόρεια Ελλάδα, στην πεδιάδα της Δράμας, όπως δείχνουν τα αρχαιοβοτανικά δεδομένα από το νεολιθικό οικισμό Ντικιλί Τας που χρονολογούνται στο 4300 π.Χ. Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο που ήδη από τη Μυκηναϊκή Ελλάδα εμφανίζεται το όνομα του θεού Διονύσου, θεού του κρασιού, της εκστατικής συμπεριφοράς, του συμποσίου. Σύμφωνα με μία παράδοση, το κρασί αποτελεί ένα επαναλαμβανόμενο θαύμα που συντελείται, στη διάρκεια εορτασμών προς τιμήν του Διονύσου, όπως πληροφορεί ο Θεόπομπος (4ος αιώνας π.Χ.). Σύμφωνα με άλλη παράδοση που μεταφέρει ο Θεόπομπος, το μαύρο κρασί έγινε για πρώτη φορά στη Χίο και ήταν ο Οινοπίων, γιος του θεού Διονύσου, αυτός που δίδαξε πρώτα στους κατοίκους της Χίου να φυτεύουν και να καλλιεργούν το αμπέλι. Αυτή τη γνώση στη συνέχεια την μετέδωσαν και αλλού.
Ο Θεόφραστος (4ος-3ος αιώνας π.Χ.) αναφέρει ποικιλίες αμπέλου με βάση το χρώμα των σταφυλιών, λευκές, μαύρες και στο χρώμα της καπνιάς όπως και μία που αναφέρει ότι είχε ταυτόχρονα λευκές και μαύρες ρώγες. Μαύρο και κόκκινο κρασί αναφέρεται ήδη από τον 8ο αιώνα στην Οδύσσεια του Ομήρου. Στους Δειπνοσοφιστές του Αθήναιου (2ος-3ος αιώνας μ.Χ.) συναντάμε τρεις τύπους κρασιού με βάση το χρώμα, το μαύρο, το λευκό και πορτοκαλόχρωμο, στο χρώμα του κεριού. Υπάρχει αναφορά και σε οίνο ερυθρό στην Οδύσσεια του Ομήρου, χωρίς όμως να γνωρίζουμε αν πρόκειται για ακόμη μία ονομασία του μαύρου οίνου ή για ένα κρασί με πιο ανοιχτό χρώμα. Κάθε ένας τύπος κρασιού είχε τη δική του διατροφική αξία και ιδιότητες σύμφωνα με τον Μνησίθεο τον Αθηναίο (4ος αιώνας π.Χ.). Πολλές περιοχές όπως η Θράκη, η Θεσσαλία, η Εύβοια, η Επίδαυρος, η Μεσσηνία, η Κρήτη, τα Κύθηρα, η Αμοργός, η Μήλος αναφέρονται στα αρχαία κείμενα ως περιοχές γνωστές για τα κρασιά τους, το ίδιο και πόλεις όπως η Άφυτος και η Άκανθος στην Χαλκιδική. Η ποικιλία των αρχαίων κρασιών εντυπωσιάζει όχι μόνο με βάση τις περιοχές προέλευσης ή το χρώμα του κρασιού αλλά και με βάση τα αρώματά του και τη γεύση του. Έτσι ο Όμηρος στην Οδύσσεια και ο Ξενοφών (5ος-4ος αιώνας π.Χ.) στην Ανάβαση αναφέρονται σε οίνο απολαυστικό (ηδύ) ενώ ο Ιπποκράτης αναφέρεται σε γλυκό κρασί και ο Όμηρος στην Οδύσσεια σε κρασί γλυκό σα μέλι. Υπήρχε και κρασί που ονομαζόταν ‘αυστηρό’ όπως το αναφέρει ο Ιπποκράτης (5ος-4ος αιώνας π.Χ.) και ο Ξενοφών καθώς και κρασί με όξινη γεύση όπως παραθέτει ο Ιπποκράτης. Ο Ιπποκράτης κάνει επίσης διάκριση ανάμεσα σε κρασιά μαλακά στη γεύση και άλλα πιο δυνατά (οινώδη- είναι σωστό να το πούμε ΄δυνατά’). Πέρα από το χρώμα και τη γεύση, συναντάμε αναφορές στα ιδιαίτερα αρώματα των αρχαίων κρασιών. Έτσι στον Πλούτο του Αριστοφάνη (5ος-4ος αιώνας π.Χ.) αλλά και σε άλλα έργα και συγγραφείς συναντάμε τον ανθοσμία οίνο, ένα κρασί με άρωμα λουλουδιών, ενώ σε κωμικούς στίχους του ποιητή Έρμιππου (5ος αιώνας π.Χ.) γίνεται αναφορά σε ένα παλιό κρασί που ανέδιδε το άρωμα από βιολέτες, τριαντάφυλλα και υακίνθους.





