Εικόνα 1. Απανθρακωμένα ολόκληρα άγρια αχλάδια από το νεολιθικό οικισμό Ντικιλί Τας, 4300 π.Χ. Από S.M.Valamoti 2023, Plant Foods of Greece, University of Alabama Press. Φωτογραφία: Σ.Μ.Βαλαμώτη.
Σουλτάνα-Μαρία Βαλαμώτη
Τις άγριες αχλαδιές ή γκορτζιές όπως είναι γνωστές στην ελληνική ύπαιθρο, τις συναντάμε στο τοπίο της σύγχρονης Ελλάδας, σε ξέφωτα σε συστάδες δέντρων ή στη μέση χωραφιών καθώς προσφέρουν την ωραία τους σκιά το καλοκαίρι και τα μικρά και πολύ αρωματικά φρούτα τους τον Νοέμβρη μήνα. Οι καρποί της άγριας αχλαδιάς έχουν βρεθεί σε προϊστορικές θέσεις της Ελλάδας με πιο εντυπωσιακή την περίπτωση ενός νεολιθικού χωριού, του Ντικιλί Τας, κοντά στους αρχαίους Φιλίππους της Καβάλας. Μέσα σε ένα σπίτι που κάηκε από φωτιά περίπου το 4300 π.Χ., βρέθηκε ένα μεγάλο αγγείο γεμάτο με ολόκληρα άγρια αχλάδια, που είχαν αποθηκευτεί από τους νεολιθικούς κατοίκους του οικισμού πριν η φωτιά καταστρέψει το σπίτι, διατηρώντας τα μέχρι τις μέρες μας στο χώμα του οικισμού.
Γκορτζιά έξω από το χωριό Παλαιόκαστρο της Χαλκιδικής, Νοέμβριος 2024.
Φωτογραφία Σ.Μ.Βαλαμώτη

Στη αρχαία Ελλάδα η άγρια αχλαδιά ως δέντρο είναι γνωστή ήδη από τον Όμηρο (8ος αιώνας π.Χ.) καθώς αναφέρεται στην Οδύσσεια με τη λέξη άχερδος. Η άγρια αχλαδιά απαντάται και με τη λέξη αχράς. Ο Θεόφραστος στο έργο του Περί φυτών ιστορίαι, αναφέρει τον 4ο αιώνα π.Χ. τα χαρακτηριστικά του δέντρου και διακρίνει ανάμεσα στις πεδινές αγριαχλαδιές και σε αυτές των ορεινών περιοχών, με τις πρώτες να δίνουν και καλύτερους καρπούς και ξύλο. Ο Σοφοκλής (5ος αιώνας π.Χ.) την αναφέρει ως ένα δέντρο εντυπωσιακό, γεμάτο από αγκάθια, σημάδι ενός τόπου, στον Οιδίποδα επί Κολωνώ. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια αναφέρει τα αγκαθωτά κλωνάρια της αγριαχλαδιάς ως το βασικό υλικό για την κατασκευή ενός φράχτη για το χοιροστάσιο του Εύμαιου ενώ συναντάμε το ξύλο της να αναφέρεται ως κατάλληλο για καυσόξυλο από τον Θεόκριτο τον 4ο αιώνα π.Χ. Ο καρπός της αγριαχλαδιάς αναφέρεται από τον Αριστοφάνη (5ος-4ος αιώνας π.Χ.) στις Εκκλησιάζουσες, σε ένα αστείο που συνδέει τη δυσκοιλιότητα με την κατανάλωση των αγριαχλαδιών. Οι αναφορές στους καρπούς της αγριαχλαδιάς στα μεταγενέστερα του Ομήρου χρόνια είναι συχνές κυρίως στην κωμική ποίηση. Έτσι εκτός από την αναφορά του Αριστοφάνη, έχουμε μία γλαφυρή περιγραφή του γέρου πρωταγωνιστή στο έργο του Μενάνδρου Δύσκολος, ο οποίος όταν πια δεν έχει άλλες πέτρες να ρίξει με τη σφεντόνα του, χρησιμοποιεί τα άγρια αχλάδια αντί για πέτρες, κάτι που αποκαλύπτει τη σκληρότητα των άγριων αχλαδιών. Τα άγρια αχλάδια ωρίμαζαν το φθινόπωρο ή μέσα στον χειμώνα και ήταν πιο ευωδιαστά από τα ήμερα όπως μας πληροφορεί ο Θεόφραστος. Τα πωλούσαν οι αχραδοπώλες όπως φαίνεται από ένα απόσπασμα του κωμικού Νικοφώντα (5ος-4ος αιώνας π.Χ.) και συναντάμε περιγραφές για τις ιδιότητές τους, ανάλογα με τον τρόπο που καταναλώνονται: τα ώριμα χειμωνιάτικα αχλάδια διευκολύνουν της κενώσεις ενώ τα ωμά είναι στυπτικά, όπως μα ενημερώνουν τα Ιπποκρατικά κείμενα στο έργο Περί διαίτης.
Σήμερα τα γκόρτζα δύσκολα θα τα συναντήσει κανείς να πωλούνται, ωστόσο σε πολλά μέρη της Ελλάδας είναι γνωστά και υπάρχουν άνθρωποι που τα γνωρίζουν, τα συλλέγουν και τα χρησιμοποιούν. Στην περιοχή των Γρεβενών έχει καταγραφεί η παρασκευή πετιμεζιού από άγρια αχλάδια, μια συνταγή που ελπίζει κανείς ότι δε θα χαθεί καθώς χάνεται η γενιά που μεγάλωσε γνωρίζοντας τις παραδοσιακές χρήσεις του καρπού της αυτοφυούς αχλαδιάς.

Γκόρτζα συλλεγμένα από μία αγριαχλαδιά έξω από το χωριό Παλαιόκαστρο της Χαλκιδικής, Νοέμβριος 2024.
Φωτογραφία Σ.Μ.Βαλαμώτη





